Χριστούγεννα σὲ καιροὺς παγκοσμιοποίησης
Ὁμιλία ἀπὸ τὸ 10ο Ἑνιαῖο Λύκειο Πατρῶν
Τ ὸ σκηνικό της γιορτῆς ἕτοιμο. Φέτος, λίγο νωρίτερα ἀπὸ πέρυσι. Κλέβουμε κάθε χρόνο λίγες μέρες παραπάνω. Οἱ μέρες τῶν γιορτῶν εἶναι λίγες τελικά. Ποῦ νὰ προλάβεις νὰ διασκεδάσεις, κούραση καὶ πλήξη μίας ὁλόκληρης χρονιᾶς σὲ 15 μόνο μέρες...
Πρόσχημα εἶναι τὰ Χριστούγεννα. Ὁ Χριστὸς γίνεται ἄλλοθι. Χριστούγεννα σὲ καιροὺς παγκοσμιοποίησης. Τί γυρεύει, ἀλήθεια, ὁ Χριστὸς στὴν πλατεία τοῦ Πεκίνου, στὴν αἴθουσα ὑποδοχῆς τοῦ Λευκοῦ Οἴκου; Ἰσοπεδωτικὰ μονότροπα καὶ ἀνιαρὰ γιορτάζει τὰ Χριστούγεννα ὅλος ὁ πλανήτης. Τὸ παγκόσμιο ἀναψυκτικό, ὁ μέγας χορηγός της παγκόσμιας γιορτῆς.
Πρωτεύουσες τοῦ κόσμου, πόλεις καὶ χωριὰ ἀνταγωνίζονται τοῦτες τὶς μέρες σ΄ ἕνα ἑορταστικὸ παραλήρημα, στὸ ξόδεμα τῆς ἐλπίδας. Ἀκόρεστα τὰ ἔνστικτά του ἀνθρώπου, ἀπίστευτα ἐφευρετικὴ ἡ ἀγορά. Καταιγισμὸς διαφημίσεων καὶ προσφορῶν. Δελεάζουν τὶς πιὸ ἀπίθανες ἐπιθυμίες. Home cinema, dvd player, ψηφιακὴ videocamera καὶ ἡ λίστα δὲν ἔχει τελειωμό. Τὸ γιορτινὸ τραπέζι στὸ ἐπίκεντρό του ἐνδιαφέροντος. Πρῶτο θέμα ἐπικαιρότητας ἡ τιμὴ πώλησης τῆς γαλοπούλας. Δόλωμα ὁ 13ος μισθός. Ἀπαραίτητο συμπλήρωμα τὸ τραπεζικὸ «ἐορτοδάνειο». Πολιτικὲς ἀντιπαραθέσεις στὰ τηλεοπτικὰ παράθυρα γιὰ τὰ ἀγαθὰ εὐρείας κατανάλωσης μὲ μπόλικη δόση ὑποκρισίας. Θὰ μᾶς πείσουν στὸ τέλος, ὅτι τὸ πρόβλημα τῶν ἀπόκληρών της ζωῆς εἶναι ἡ αὔξηση τῆς τιμῆς τῶν κουραμπιέδων,... ὄχι ὁ εὐτελισμὸς τῆς ἀξιοπρέπειας τοῦ ἀνθρώπου μπροστὰ στὴν πρωτοκαθεδρία τῶν κερδῶν.
Μέσα σ΄ ὅλα περισσεύει καὶ ἡ φιλανθρωπία. Φροντίζουν οἱ καναλάρχες γί΄ αὐτό. Εἰκόνες κοινωνικῆς δυστυχίας κατακλύζουν τοὺς τηλεοπτικούς μας δέκτες καὶ ἐρεθίζουν τὰ φιλάνθρωπα αἰσθήματα. Ὑποκριτικὰ καὶ ἀνέξοδα: ὁ ἀνέραστος σύζυγος, ὁ ἀνύπαρκτος πατέρας, ὁ ἐκμεταλλευτὴς ἐργοδότης ἐλεεῖ τὴν ἀνέχεια τοῦ κόσμου στὰ βρώμικα χεράκια τοῦ παιδιοῦ τῶν φαναριῶν, στὸ δίσκο ἐράνου τῶν κυριῶν τοῦ φιλοπτώχου, στὸν τηλεμαραθώνιο ἀγάπης ποὺ ἔγινε πιὰ τηλεοπτικὸς θεσμός. Πλειοδοσία αἰσθημάτων καὶ ... ἀπόσβεση ἐνοχῶν !
Καὶ μέσα στοὺς στολισμένους καὶ φωταγωγημένους δρόμους τῶν πόλεων, στὴν κοσμοσυρροὴ τῶν πολυκαταστημάτων, κυκλοφορεῖ ἀνατριχιαστικὰ ἡ παγωνιὰ τῆς ἀπουσίας τοῦ Θεοῦ. Περιοριζόμαστε ἔτσι «στὴ γέννηση τοῦ ἠθικολόγου Ἰησοῦ, τοῦ ἀκίνδυνου Χριστοῦ τῶν κηρυγμάτων, τῶν στερεότυπων εὐχῶν, τοῦ ρομαντικοῦ Ναζωραίου τῶν παραισθήσεων» (Γιανναρᾶς).
Αὐτοκτονίες καὶ ἐγκλήματα πάθους τέτοιες μέρες ἔρχονται στὸ προσκήνιο μὲ τρόπο τραγικὸ καὶ παράταιρο, ἀπειλώντας τὴν εἰδυλλιακὴ εὐτυχία τῆς γιορτῆς. Μὲ στατιστικὲς καὶ μελέτες πασχίζουν κοινωνιολόγοι καὶ ψυχολόγοι νὰ ἐξηγήσουν τὴν ἔκρηξη τοῦ παραλογισμοῦ καὶ τῆς ἀνομίας, νὰ λύσουν τὸ αἴνιγμα τῆς ἀντίφασης ποὺ κρύβεται στὴ συνωμοσία τῆς χαρᾶς.
Κι ὅταν οἱ γιορτὲς τελειώσουν... Τὸ χριστουγεννιάτικο δένδρο μὲ τὰ στολίδια στὸ κουτὶ γιὰ τοῦ χρόνου, τὰ ἐπιπλέον κιλὰ ἄγχος δυσβάσταχτο γιὰ τὴν αἰσθητική του σώματος ποὺ ἀφέθηκε, «οἱ μέρες τῶν γιορτῶν ποὺ πέρασαν τόσο γρήγορα» καὶ οἱ δόσεις τοῦ δανείου ποὺ μόλις ἄρχισαν νὰ τρέχουν. Κουρασμένα Χριστούγεννα... Ζωὴ ἐκπτώσεων ποὺ γίνεται ἐπιβίωση. Βαριὰ καὶ πηχτὴ ἡ νύχτα τῶν συνειδήσεων. Περισσότερο ἔντονη ἡ μελαγχολία τῶν μεθεόρτιων στιγμῶν.
Στὸν ἀντίποδα τοῦ ἀγοραίου κοσμοπολιτισμοῦ τῶν Χριστουγέννων ὁ μυστικὸς κόσμος τῆς παράδοσης ποὺ γέννησε τὸ ἦθος αὐτοῦ ἐδῶ τοῦ τόπου, μπολιασμένος μὲ τὴν πίστη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.
Στὴ γλώσσα καὶ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας τὰ Χριστούγεννα σημαίνουν Σάρκωση. Σάρκωση θὰ πεῖ πὼς ὁ ἀπερινόητος, ἀπρόσιτος καὶ ἄκτιστος Θεὸς ταπεινώνεται καὶ γίνεται ἕνα μὲ τὴ φθαρτὴ καὶ θνητὴ φύση μας. Πραγματικά, ὄχι φανταστικά. Γίνεται πλήρης, ὅμοιος μέ μας ἄνθρωπος, ἀποκτᾶ σάρκα καὶ ὀστά. Ἀδειάζει ἡ θεότητα μέσα στὸ κορμὶ τῆς ἀνθρωπότητας ἀπὸ ἀγάπη καὶ μόνον.
Σκάνδαλο γιὰ τὴ λογική, τρέλα ἀκατανόητη. «Μυστήριον ξένον ὁρῶ καὶ παρόδοξον» ψάλλει ὁ ὑμνωδὸς τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἔχει βαθιὰ ἐπίγνωση τοῦ μυστηρίου ποὺ συντελεῖται, τῆς παραδοξότητας δίχως προηγούμενο. Μόνο μὲ πίστη, δηλαδὴ ἐμπιστοσύνη, χωρὶς ὄρους καὶ ὅρια βιώνεις τέτοια ἀποκάλυψη. Ρίσκο, τελικά, ἡ πίστη στὸ Θεὸ - ὅπως καὶ στὸν ἔρωτα - δὲν ἔχει ἀσφαλίσεις, κατοχυρώσεις, ἀποδείξεις. Διακινδυνεύεις, χάνεις ἢ κερδίζεις τὰ πάντα. «Κι΄ ὅποιος δὲν ἀπελπίστηκε ἄπ΄ ὅλα δὲν τρέχει κοντὰ στὸν Θεό» (Κόντογλου).
Μὲ τόλμη ποὺ ἐκπλήσσει ἀκόμη καὶ σήμερα, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος σχολιάζει τὸ γεγονὸς τῆς Σάρκωσης τοῦ Θεοῦ: «Πόρνη ἐπιθυμοῦσε ὁ Θεός; - ἀναρωτιέται - ναὶ πόρνη, τὴ δική μας (ἀνθρώπινη) φύση - ἐξηγεῖ... Ἦταν τρανὸς κι΄ αὐτὴ ταπεινή, τρανὸς στὴ φύση... ἀχώρητος στὸ νοῦ, ἄπιαστος ἀπὸ τὴ σκέψη. Πῶς νὰ τὸ πῶ; Πῶς νὰ τὸ παραστήσω; Τὸ μεγαλεῖο τοῦ ἀπέραντο, ποὺ νὰ πιαστεῖ ἡ σοφία του μὲ ἀριθμούς. Κι αὐτὸς ὁ μέγας καὶ τρανὸς ἐπεθύμησε πόρνη (τὴν ἀνθρώπινή μας φύση). Καὶ τί κάνει; Δὲν τῆς στέλνει κάποιον ἄπ΄ τοὺς δούλους του, δὲν στέλνει ἄγγελο στὴν πόρνη ἀλλὰ καταφθάνει αὐτὸς ὁ ἴδιος, ὁ ἐρωτευμένος. Ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε ν΄ ἀνέβει ἐκείνη στὰ ψηλά, κατέβηκε ὁ ἴδιος στὰ χαμηλά. Ἔρχεται στὴν καλύβα της. Τὴ βλέπει μεθυσμένη, καταπληγωμένη καὶ ἐξαγριωμένη. Καὶ μὲ ποιὸ τρόπο ἔρχεται; Ὄχι μ΄ ὁλοφάνερή τη θεότητά του, ἀλλὰ γίνεται ἐντελῶς ἴδιος μαζί της...»
Αὐτὸ εἶναι τὸ μεγαλεῖο τῆς Σάρκωσης! Καὶ μία τέτοια θεολογία καὶ φιλοσοφία ζωῆς ποὺ πιστεύει σ΄ αὐτήν, εἶναι ποὺ γέννησε τὸν πολιτισμὸ ποὺ ξέρει γιατί γιορτάζει τὰ Χριστούγεννα. Πολιτισμὸ γιορτῆς μὲ ἐπίγνωση, δίχως φαντασιώσεις, ἠθικισμοὺς καὶ λυρικὲς ἐξάρσεις. Πολιτισμὸ ποὺ σαρκώθηκε καὶ ἀποτυπώθηκε διαχρονικά,
- στὴν ὑμνολογία τῶν ἁγίων ἡμερῶν μὲ τὴν ἰλιγγιώδη ποίηση καὶ τὸ κατανυκτικὸ μέλος τῶν τροπαρίων
- στὴν ὀρθόδοξη εἰκόνα τῆς Γέννησης μὲ τὸ βρέφος Ἰησοῦ τυλιγμένο νεκρικὰ σάβανα μέσα σὲ λάρνακα, νὰ θυμίζει τὸ Σταυρό, τὴν Ταφὴ καὶ τὴν Ἀνάστασή του
- στὴν ταπεινὴ λογοτεχνία ἑνὸς Παπαδιαμάντη κι ἑνὸς Κόντογλου ποὺ κράτησαν τὴν πίστη τῶν ἀνθρώπων στὸ σωστό της τὸ ὕψοςἩ - στὸ λαϊκὸ πολιτισμὸ ποὺ τραγουδᾶ τὴ Σάρκωση, στὰ κάλαντα, μὲ τὸ στόμα τῶν παιδιῶν πὼς «Ἄναρχος Θεὸς καταβέβηκεν καὶ ἐν τῇ Παρθένῳ κατώκησεν...»
- καὶ ποὺ ξέρει νὰ στρώνει τραπέζι γιορτινὸ ἁπλὸ καὶ λιτὸ ἀλλὰ ἀρχοντικὸ καὶ φιλόξενο ἔτσι ποὺ νὰ δοξάζεται ἡ ὕλη καὶ τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ δίχως νὰ γινόμαστε δοῦλοι τους.
Τούτη τὴν παράδοση ποὺ δίνει μέτρο ζωῆς ὑποτιμοῦμε σήμερα ἐμεῖς ἀπὸ παχυλὴ ἄγνοια, τὴν πουλᾶμε στὰ ἀνταλλακτήρια τῆς ἱστορίας, τὴν κάνουμε μουσεῖο γιὰ τοὺς ξένους. Ἀνυποψίαστοι, γονατισμένοι καὶ γυμνοὶ ἀπομείναμε ἔτσι νὰ γιορτάζουμε Χριστούγεννα...
- στολίζοντας κακόγουστα τὰ σπίτια, τοὺς δρόμους καὶ τὶς πόλεις μας
τραγουδώντας ἀνάλαφρα στιχάκια κι΄ αὐτὰ ἀπὸ μετάφραση
χαζεύοντας μὲ συγκίνηση εἰκόνες θρησκευτικῆς ζωγραφικῆς ποὺ παριστάνουν καλοθρεμμένο μωρὸ μὲ ροδοκόκκινα μάγουλα ποὺ βαφτίσαμε Χριστὸ
- ξενυχτώντας σὲ ρεβεγιὸν μαζικῆς καὶ ἀπρόσωπης διασκέδασης γιὰ νὰ καταλήξουμε σὲ κάποια ἐκκλησιὰ ἐκτελώντας ἀγχωμένα τὸ ἐτήσιο θρησκευτικό μας καθῆκον «γιὰ τὸ καλό του χρόνου».
Τί κρίμα, ἀλήθεια, βαφτισμένος ὀρθόδοξος, νὰ ζεῖς στὴν Ἑλλάδα καὶ νὰ γιορτάζεις σὰν δυτικοευρωπαῖος...
Ὅπως καὶ νὰ χεῖ... Καλὰ Χριστούγεννα!